Δήμος Μανταμάδου

Ιστορική αναδρομή

Ο Δήμος Μανταμάδου λειτούργησε σύμφωνα με το Σχέδιο Καποδίστριας ως δήμος του νομού Λέσβου από το 1999 έως το 2010 με έδρα τον Μανταμάδο. Βρισκόταν στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού της Λέσβου. Αποτελείτο από τέσσερα δημοτικά διαμερίσματα και έχει συνολικό πληθυσμό 3.210 κατοίκους. Η έκταση του δήμου είναι 119.585 στρέμματα. Με τη διοικητική διαίρεση του 2011 σύμφωνα με το Σχέδιο Καλλικράτης, το οποίο ισχύει από 1 Ιανουαρίου 2011 εντάχθηκε στο νέο διευρυμένο Δήμο Λέσβου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου. Ο δήμος περιελάμβανε τα παρακάτω δημοτικά διαμερίσματα και οικισμούς: Δ.δ. Μανταμάδου, Κάπης, Κλειούς & Πελόπης.


Μανταμάδος: Τουρισμός, ιστορία και θρησκευτική παράδοση.

Σε απόσταση 38 χιλ. βόρεια της Μυτιλήνης βρίσκεται ο Μανταμάδος, έδρα του ομώνυμου Δήμου, γνωστός σε όλη τη χώρα για το Μοναστήρι του Ταξιάρχη, για τη μεγάλη και σπουδαία παράδοσή του στην τέχνη της κεραμικής καθώς και για τα γαλακτοκομικά του προϊόντα. Το ορεινό χωριό της Β.Α. Λέσβου με ιστορία και πολιτιστική παράδοση, συνδέεται άμεσα με το ιερό προσκύνημα του Ταξιάρχη Αρχάγγελου Μιχαήλ, ολόσωμο ανάγλυφο, που η παράδοση το θέλει πλασμένο από χώμα κι αίμα καλόγερων που σφαγιάστηκαν απ' τους Αγαρηνούς ή Σαρακηνούς πειρατές, εκτός από ένα μοναχό που σώθηκε κρυμμένος στην οροφή του ιερού ναού και ο ίδιος έπλασε το σημερινό ανάγλυφο καθιστό σε βράχο. Είναι το μεγαλύτερο χωριό σε πληθυσμό στη Β.Α. Λέσβο, που επί τουρκοκρατίας και λίγο αργότερα αλλά και σήμερα με τα γειτονικά χωριά Κάπη, Κλειού και Πελόπη, αποτελεί το Δήμο Μανταμάδου. Πλήθη πιστών συρρέουν κάθε χρόνο για τον εορτασμό στο μοναστήρι του Ταξιάρχη Μανταμάδου. Μάλιστα, πολλοί επιλέγουν να φτάσουν με τα πόδια ως το μοναστήρι διανύοντας με εκκίνηση τη χώρα της Λέσβου μια απόσταση 48 χιλιομέτρων περίπου. Υπάρχουν πολλά ξενοδοχεια στη λεσβο που μπορούν να επιλέξουν οι επισκέπτες για τη διαμονή τους.

Με παλλαϊκή συμμετοχή των κατοίκων του Μανταμάδου χτίστηκε στα 1909 το πρώτο κοινοτικό λαδεργοστάσιο: «Η Μηχανή τ' Αγιού» σημερινό πολύκεντρο Μανταμάδου, μεγάλο και σπάνιο εγχείρημα για την εποχή εκείνη, όπου η οικονομική και πολιτική δύναμη του τόπου ήταν στα χέρια των κουτσαμπάσηδων, (μεγάλο πλήγμα στην τάξη τους, και στα υπάρχοντα ήδη λαδεργοστάσια). Το πρωτοποριακό παράδειγμα του Μανταμάδου μιμήθηκαν κι άλλα χωριά του νησιού. Από τότε έμεινε το όνομα «Μηχανή τ' Αγιού» - κι έτσι πρέπει να παραμείνει - γιατί στην τουρκοκρατούμενη Λέσβο κάθε νεωτεριστική προσπάθεια και νέο μεγαλοπρεπές κτίσμα έπρεπε να είναι υπό την εποπτεία της εκκλησίας, στην οποία ευτυχώς οι Τούρκοι με το «τανζιμάτ» είχαν δώσει αρκετά προνόμια που τελικά απέβησαν η απαρχή της οικονομικής υποδούλωσής τους.

Όπως και τα περισσότερα χωριά που βρίσκονται σε γούβες, απομακρυσμένα κι αθέατα από τη θάλασσα, έτσι κι ο Μανταμάδος δημιουργήθηκε από τη συγχώνευση αρκετών παραλιακών οικισμών της περιοχής, που εξαιτίας των επανειλημμένων επιδρομών των πειρατών κατά το μεσαίωνα, οι κάτοικοι εγκατέλειψαν αυτές τις εξαίσιες παραθαλάσσιες περιοχές όπου ζούσαν με την ενασχόληση της αλιείας, της κτηνοτροφίας και της αγγειοπλαστικής κι εγκαταστάθηκαν γύρω απ' το ιερό και γνωστό από τότε θαυματουργό προσκύνημα του Ταξιάρχη στη θέση «Παλιού Α' στράτ'γους (Παλαιός Αρχιστράτηγος)», όπου βρίσκονται υπολείμματα ερειπίων της πρώτης μικρής εκκλησούλας. Από τότε είναι προστάτης και πολιούχος του Μανταμάδου αλλά κι ολόκληρου του νησιού κατά τις δύσκολες μέρες της τουρκοκρατίας, όπου υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες για τις τακτικές εμφανίσεις του, μεταξύ αυτών είναι και το όραμα που είδαν πολλοί κάτοικοι του νησιού κατά την 8η Νοεμβρίου 1912, ημέρα απελευθέρωσης της Λέσβου απ' τον τουρκικό ζυγό, όπου καβαλάρης πάνω στ' άλογο οδηγούσε τις τάξεις του Eλληνικού Στρατού ενάντια του τουρκικού, καθώς και της μοναδικής μέχρι σήμερα καλόγριας του προσκυνήματος, που άκουγε τακτικά βαριά βήματα απ' τα σιδερένια παπούτσια του Αγίου που πηγαινοερχόταν ανήσυχος στο πρόκλιτο του ιερού ναού, κατά τις μαύρες νύχτες της τουρκοκρατίας. Η φήμη του διαδόθηκε κι έξω από τα όρια του νησιού στην απέναντι μικρασιατική στεριά, όπου λέγεται ότι σέβονταν ακόμα και οι Τούρκοι κι ο Μπέης του Αϊβαλιού έστελνε κάθε χρόνο στη χάρη του «κουλμπάνι» δηλαδή σφάγιο ένα βόδι για το περίφημο «κισκέκ», έθιμο που κρατά μέχρι σήμερα, που πριν να σφαχτεί το βόδι κάτω από τον πλάτανο της εκκλησίας, το «διαβάζει» ο παπάς(!) μετά τον εσπερινό του Σαββάτου.

Στην πλατεία του χωριού, βρίσκεται άλλος ένα περικαλλής ναός αυτός του Αγίου Βασιλείου με ξυλόγλυπτο τέμπλο, που κατασκευάστηκε το 1750.

Τέλος, στα ανακαινισμένα αμπάρια, (που βρίσκονται περιμετρικά του αμφιθεάτρου) φιλοξενείται μια ενδιαφέρουσα έκθεση του Κέντρου Μελέτης Νεώτερης Κεραμικής με τίτλο "Με αφορμή μια στάμνα".

Πριν φύγετε από τον παραδοσιακό οικισμό, αξίζει να δοκιμάσετε τα γαλακτοκομικά προϊόντα του Μανταμάδου και κυρίως το γιαούρτι του, φτιαγμένο με τον αυθεντικό τρόπο, μέσα σε παραδοσιακές πήλινες «γραγούδες». Ο Δήμος Μανταμάδου περιλαμβάνει εκτός από τον ομώνυμο οικισμό και τα γραφικά χωριά Κάπη, Κλειού και Πελόπη (απ' όπου έλκει την καταγωγή και ο πρώην υποψήφιος πρόεδρος των Η.Π.Α. Μάικλ Δουκάκης).

Παραθαλάσσιες περιοχές είναι η «Πεδή», ο «Αγιος Στέφανος», ο «Παλιός» και λίγο βορειότερα το "Γενί Λιμάνι" και τα «Τσόνια» με όμορφα ταβερνάκια όπου μπορεί κανείς να χαλαρώσει και να πιει το ούζο του.

Στα Β.Α. της Λέσβου σε υψόμετρο 300μ. στους πρόποδες της ανατολικής πλευράς του Λεπέτυμνου βρίσκεται χτισμένο στο χωριό Κάπη. Απέχει από την πρωτεύουσα του νομού 40χμ. Η Κάπη εκτείνεται από Βορρά προς Νότο, καλύπτει επιμήκη επιφάνεια με μικρό βάθος προς τα Δυτικά κι εξαιρετική θέα προς τα απέναντι τουρκικά παράλια. Στη βορινή και νότια άκρη αντίστοιχα, βρίσκονται χτισμένες δύο εκκλησίες του χωριού ο Αϊ Γιώργης και η Παναγία. Το χωριό έχει επίσης μεγάλη παράδοση στη μουσική. Υπήρχαν και υπάρχουν πολλοί μουσικοί. Παλιότερα υπήρχαν κομπανίες με χάλκινα πνευστά «φυσερά», που σήμερα λόγω των απαιτήσεων της εποχής έχουν αντικατασταθεί με πιο σύγχρονα όργανα. Οι παραδοσιακές κομπανίες ψυχαγωγούσαν ανέκαθεν τους Καπιώτες που πάντοτε γλεντούσαν οικογενειακά στις γιορτές των Αγίων αλλά και τις Κυριακές στην πλατεία του χωριού. Είναι ένα χωριό με αρκετούς νέους ανθρώπους που εκτός από την καλλιέργεια της γης ασκούν διάφορα επαγγέλματα διατηρώντας την παράδοση του χωριού σ' αυτά τα επαγγέλματα όπως χτίστες, μπογιατζήδες, μαραγκοί κ.α. Οι γυναίκες του χωριού φτιάχνουν παραδοσιακά γλυκά και «αμυγδαλωτά» καθώς και πλήθος κεντημάτων.

Ο σημερινός επισκέπτης μπορεί να δει μικρά παλιά και νέα δασάκια που απλώνονται πάνω από το χωριό στο Δημοτικό Σχολείο και την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Επίσης ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει το αρχοντικό του «Μπολιούρη» που έχει προγραμματιστεί να ανακαινισθεί και να μετατραπεί σε σύγχρονο πολιτιστικό κέντρο. Στην παλιά αγορά του χωριού υπάρχουν τα οικοδομήματα «καζίνο», παλιό καφενείο, και το «εμπορικό» του Ψαρρού χαρακτηριστικά δείγματα της πέτρινης αρχιτεκτονικής της Κάπης. Επίσης το «Δεσποτικό» εξέχον οικοδόμημα, οικία του επισκόπου Σωφρονίου που καταγόταν από το χωριό. Σε απόσταση περίπου 5χμ. από το χωριό υπάρχει το θέρετρο του χωριού «Γενί Λιμάνι». Είναι ένας οικισμός ψαράδων, παλιά με τελωνείο και αξιόλογη εμπορική δράση. Σήμερα εξακολουθεί να είναι ένα γραφικότατο παραθεριστικό κέντρο με εξοχικές κατοικίες και καφενεία στη σκιά ενός βαθύσκιοτου πλατάνου. Επίσης υπάρχει και η παραλία «Φερόγια».

Το χωριό Πελόπη αποτελείτο από 17 χωριά, που ήταν σκορπισμένα στην ίδια αυτή περιοχή λόγω των επιδρομών των πειρατών που τους παίδευαν συνέχεια. Όταν όμως οι κάτοικοι αυτών των χωριών βρήκαν μία κατάλληλη και δασωμένη περιοχή κοντά στον ποταμό Τσικνιά, εγκατέλειψαν αυτά τα μικρά χωριά κι έχτισαν τα σπίτια τους εκεί. Ονόμασαν την περιοχή Γέλια, καθώς είχαν πια απαλλαγεί από τους πειρατές κι ήταν πλέον η ζωή τους όλο χαρά και γέλια. Σε μία άλλη εκδοχή για την ονομασία του χωριού, μαθαίνουμε, ότι το χωριό ήταν αρχικά χτισμένο σ' ένα σημείο, όπου το χτυπούσαν οι ακτίνες του ηλίου κι εξ' ου η ονομασία Ιέλια που όμως μετατράπηκε σε Γέλια, όταν μεταφέρθηκε στο μέρος που βρίσκεται σήμερα. Μετά το δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο το χωριό πήρε τη σημερινή του ονομασία, Πελόπη, διότι κάποτε πέρασε από εκεί κάποιος βασιλιάς λεγόμενος Πέλοπας.

Η Κλειώ με το αρχαιοπρεπές όνομα της Μούσας «Κλειώς» είναι στραμμένη προς την παραλία από υψόμετρο 350μ. κοιτάζοντας τις ρίζες της καθώς στην ευρύτερη περιοχή του χωριού σκόρπιοι αρχαίοι οικισμοί ερείπια των οποίων σώζονται μέχρι και σήμερα. Πρόσφατη έρευνα έφερε στην επιφάνεια αρχαίο οικισμό της Πρώιμης Χαλκοκρατίας περί το 3200 π.Χ. στη θέση Παλιόκαστρο.

Σε τούτο το σημείο εικάζεται ότι υπήρχε το άγαλμα της Μούσας που όμως καταλήστευσαν οι πειρατές άγνωστο πότε και που κατά σύμπτωση βρέθηκε στο Ηράκλειο (αρχαία πόλη) της Ιταλίας τοιχογραφία που απεικονίζει τη Μούσα, προστάτιδα της Ιστορίας και της Ρητορικής. Στους παραπάνω αρχαίους οικισμούς στα σκοτεινά χρόνια του μεσαίωνα και πριν την άλωση από τους Τούρκους (1453) οι πειρατές ανάγκασαν τους «ιθαγενείς» να τραβηχτούν εδώ πάνω (στην Κλειώ) για να επισκοπούν τη θάλασσα από τις επικίνδυνες κι αιματηρές πλέον επιδρομές. Τα πρώτα χτίσματα έγιναν στη θέση «Πλάτανος» μέχρι τα «Χαμάμ» και δεν ήταν ορατά από τη θάλασσα.

Στην πορεία της ιστορίας, το χωριό αναπτύχθηκε και μεγάλωσε αρκετά, αφού εξέλειπε κι ο κίνδυνος των πειρατών. Ανηφορίζοντας παίρνουμε πίσω το δρόμο και βγαίνουμε έξω από το χωριό εκεί, όπου βρίσκεται η Αγία Τριάδα. Διατηρητέο μνημείο, καθώς είναι τρίκλιτη Βασιλική με σταυροθόλια στα πλάγια κλίτη, ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο κι απέριττο διάκοσμο από πολυέλαιους και παλιά καντήλια. Η παλαιότερη ήταν κτισμένη το 1793 αλλά καταστράφηκε από σεισμό και φτιάχτηκε η σημερινή, το 1839 στις 14 Απριλίου. Το καμπαναριό της φτιαγμένο από ροζωπό Τραχείτη με ωραία ανάγλυφα κιονόκρανα είναι έργο του 1914. Βγαίνοντας από το χωριό κατηφορίζουμε τον ελικωτό απότομο δρόμο που οδηγεί μέσα από τους καταπράσινους ελαιώνες στην ευρύτερη περιοχή της Κλειούς.

Εκτός από την ελαιοπαραγωγή και την κτηνοτροφία, ένα άλλο σημαντικό στοιχείο που συνθέτει την οικονομική και πολιτιστική παράδοση του Μανταμάδου είναι η αγγειοπλαστική που μέχρι σήμερα ανθεί και διαιωνίζεται από πατέρα σε γιο. Μόνο που η αρχέγονη υφή της σιγά-σιγά σβήνει. Σήμερα απόμεινε ο μοναδικός οικισμός αγγειοπλαστών Αγίου Στεφάνου Μανταμάδου στο Β.Α. Αιγαίο με τρεις μόνο αγγειοπλάστες παραδοσιακού τρόπου παρασκευής κι επεξεργασίας του πηλού αλλά και κατασκευής αγγείων (της γνωστής στάμνας του Μανταμάδου), που αγωνίζονται με χίλιες αντιξοότητες να κρατήσουν την παράδοση. Ευτυχώς όμως στο χωριό μέσα υπάρχουν αρκετοί κεραμίστες και κεραμίστριες που ξεκίνησαν απ' την αρχέγονη παράδοση και τώρα προσαρμόστηκαν στις σημερινές απαιτήσεις και στη σύγχρονη τεχνική της αγγειοπλαστικής.

Τα καταστήματα - εργαστήρια κεραμικής τέχνης, είναι διάσπαρτα μέσα κι έξω από το χωριό, με την αφάνταστη ποικιλία των προϊόντων που μπορεί κανείς να προμηθευτεί. Στο προσκηνυματικό του ταξίδι ο επισκέπτης μπορεί τώρα που ασφαλτοστρώνεται ο δρόμος απ' τη διασταύρωση της Πεδής προς Αγιο Στέφανο να συμπεριλάβει και τον ομώνυμο οικισμό παραδοσιακών τσουκαλάδων με τα αξιοπρόσεκτα καμίνια -εργαστήρια και τους παλιούς κυλινδρικούς φούρνους όπου ψήνονται τα ξακουστά για το δροσερό νερό που προσφέρουν, «μανταμαδιώτικα κ'μάρια».

Φεύγοντας μπορεί να ψωνίσει τα ξακουστά τυροκομικά προϊόντα απ' τα τρία ιδιωτικά τυροκομεία καθώς κι εκείνο του συνεταιρισμού που είναι κοντά στον Ταξιάρχη κι αξίζει να το επισκεφτεί κανείς για να δει πως βγαίνει το λαδοτύρι, το βούτυρο και η φέτα απ' τις σύγχρονες εγκαταστάσεις του.